Προσφυγική κρίση στην Ελλάδα: Η ζωή σε μία δομή φιλοξενίας και η Ευρώπη ως «Γη της Επαγγελίας»
Στην καρδιά της κεντρικής Ελλάδας λίγο έξω από ένα τουριστικό οικισμό βρίσκεται η δομή φιλοξενίας προσφύγων και μεταναστών Θερμοπυλών. Μετρά ήδη 6μιση χρόνια λειτουργίας καθώς ξεκίνησε να λειτουργεί τον Φεβρουάριο του 2016. Βρίσκεται κοντά στην Εθνική οδό Αθηνών- Λαμίας και έχει στεγαστεί σε παλιά ξενοδοχεία δίπλα από τα ιαματικά λουτρά της περιοχής.
Θερμοπύλες (Ελλάδα)
Η δημιουργία και η λειτουργία δομών φιλοξενίας των αιτούντων άσυλο στην Ελλάδα εντάσσεται στο Ευρωπαϊκό χρηματοδοτικό πρόγραμμα «Asylum, Migration and Integration fund». Στην Ελλάδα βάσει αυτού λειτουργεί το Ταμείο Ασύλου, Μετανάστευσης και Ένταξης διορισμένο για την διευθέτηση των ζητημάτων που αφορούν το προσφυγικό- μεταναστευτικό.
Το «Ταμείο Ασύλου, Μετανάστευσης και Ένταξης» συστήθηκε το 2014 και έχει ανανεωθεί για την περίοδο 2021- 2027. Η χρηματοδότησή του ανήλθε στα 3,137 εκατομμύρια για τα επτά πρώτα χρόνια λειτουργίας. Τα χρήματα υποστηρίζουν τη διεκπεραίωση των αιτήσεων ασύλου, τη μεταφορά προσφύγων και μεταναστών εντός της ΕΕ και τη διαμονή τους στις χώρες υποδοχής.
Από την έναρξη λειτουργίας του, το καταφύγιο Θερμοπυλών έχει φιλοξενήσει περισσότερους από 9000 πρόσφυγες και μετανάστες. Η διαμονή είναι προσωρινή – οι κάτοικοι μένουν μέχρι να λάβουν απάντηση στην αίτησή τους για άσυλο. Οι περισσότεροι από αυτούς θέλουν να φύγουν σε άλλη χώρα της Ευρώπης.
Ωστόσο, το κλείσιμο των συνόρων πολλών ευρωπαϊκών χωρών έχει δυσκολέψει την μετακίνησή τους και πολλοί έχουν εγκλωβιστεί στην Ελλάδα. Ο κ. Παλαμιώτης, εθελοντής στο κέντρο, είχε εμπειρία από πρώτο χέρι από τη ζωή μέσα στο κέντρο. Έχει βιώσει την ανακαίνισή του, με σκοπό να γίνει μια πιο βιώσιμη λύση για τους ανθρώπους που ζουν εκεί.
Τα ισχυρά προσφυγικά ρεύματα των ετών 2015- 2016 ανάγκασαν την Περιφέρεια Στερεάς Ελλάδος να ζητήσει από τον κύριο Παλαμιώτη και άλλους εθελοντές να αναζητήσουν λύσεις. Στόχος ήταν η δημιουργία καταλυμάτων δομές φιλοξενίας και η προσπάθεια δημιουργίας κατάλληλων συνθηκών εκεί «από το μηδέν, χωρίς βοήθεια από κανέναν».
Ο κ. Παλαμιώτης επικοινώνησε με ΜΚΟ, διεθνείς οργανώσεις, ομάδες της κοινωνίας των πολιτών, υπουργεία και υπηρεσίες της ελληνικής κυβέρνησης, καθώς και με ξένα ιδρύματα. Ήταν επίσης υπεύθυνος ιατρικών και κοινωνικών υπηρεσιών.
Έλλειψη ουσιαστικής χρηματοδότησης
Ο κύριος Παλαμιώτης λέει ότι κάποια σημαντική χρηματοδότηση δεν έφτασε ποτέ για την λειτουργία της δομής. «Δεν υπήρξε χρηματοδότηση από προγράμματα της ΕΕ, παρά μόνο το 2019 επιχορήγηση 800.000 ευρώ στην περιοχή για να γίνουν κάποιες βελτιώσεις, κυρίως σε ό,τι αφορά τις κτιριακές εγκαταστάσεις. Αυτές έχουν γίνει στο σύνολό τους».
«Δεν διατέθηκαν άλλα χρήματα εκτός από αυτά που διατέθηκαν μέσω της Ύπατης Αρμοστείας των Ηνωμένων Εθνών για τους Πρόσφυγες. Υποβάλαμε αιτήματα για βελτιώσεις σε αυτούς, εφόσον είχαν υπάρχουσες συμφωνίες με την ΕΕ και το Υπουργείο Μετανάστευσης.»
Τις πρώτες ημέρες λειτουργίας, όταν οι προσφυγικές ροές ήταν μαζικές και ήταν δύσκολη η διαχείριση της πρωτόγνωρης ανθρωπιστικής κατάστασης, η χρηματοδότηση από την Ε.Ε. θεωρήθηκε απαραίτητη. Χωρίς αυτήν θα ήταν αδύνατο να λειτουργήσουν εγκαταστάσεις σε όλη την Ελλάδα. Στη συνέχεια, οι ελληνικοί δημόσιοι θεσμοί, όπως οι τοπικές αρχές, έγιναν εξίσου απαραίτητοι.
Συνεπώς, η συμμετοχή των ΜΚΟ δεν είναι πάντα απαραίτητη. Γενικότερα, οι ανάγκες χρηματοδότησης καθορίζονται από την κλίμακα των ανθρώπινων ροών. Ο κ. Παλαμιώτης εξηγεί: «Αν η ροή είναι μικρή, όπως είναι τώρα, εννοείται ότι η ελληνική κυβέρνηση μπορεί να ανταπεξέλθει σε ένα σφιχτό σύστημα και χωρίς μαξιμαλιστικές δαπάνες. Δηλαδή, χωρίς να βλέπει το θέμα ως θέμα επαρκούς απασχόλησης, με δεκάδες άτομα σε ασφάλεια και καθαριότητα που δεν χρειάζονται».
Ρύθμιση της διαμονής
Το κατάλυμα απλώνεται σε δύο παλιά ξενοδοχεία. Σε ένα από αυτά, καθένα από τα πενήντα περίπου δωμάτια έχει μπάνιο. Στο άλλο, λίγο μεγαλύτερο, υπάρχουν κοινόχρηστα μπάνια. Τα εσωτερικά έχουν ανακαινιστεί και ένας μεγάλος αριθμός νέων προστέθηκαν εξωτερικά.
Έχουν γίνει αναβαθμίσεις σε ηλεκτρικό ρεύμα, μπάνια και ζεστό νερό, με επενδύσεις από την περιφερειακή διοίκηση. Προστέθηκαν μικρές κουζίνες και τοποθετήθηκαν ηλιακοί θερμοσίφωνες.
Έγιναν αναβαθμίσεις στα υδραυλικά και ηλεκτρολογικά συστήματα. Επιπλέον, έχουν παρασχεθεί φύλακες ασφαλείας, εκπαιδευτικές και δημιουργικές δραστηριότητες, συμβουλευτικές και ιατρικές υπηρεσίες.
Παράλληλα με την αναβάθμιση του κτιρίου, έχει διατεθεί απαραίτητο εξειδικευμένο προσωπικό. Αυτό περιλαμβάνει διαμεσολαβητές, γιατρούς, κοινωνικούς λειτουργούς, ψυχολόγους και νοσηλευτές. Οι δάσκαλοι κλήθηκαν από την αρχή να αναλάβουν το έργο της δημιουργικής ενασχόλησης των παιδιών ως μια μορφή άτυπης εκπαίδευσης.
Το ταξίδι προς την «Γη της Επαγγελίας»
Εκτός από το υλικοτεχνικό κομμάτι που καλύπτει τις ανθρώπινες ανάγκες διαβίωσης μία δομή φιλοξενίας προσφύγων περικλείει και τις εμπειρίες χιλιάδων ανθρώπων. Εν προκειμένω, οικογένειες που έφτασαν στην Ελλάδα περπατώντας από την Συρία στα βάθη της Τουρκίας για να μπουν σε μία βάρκα προς την «Γη της Επαγγελίας».
Ο κύριος Ομάρ ζει στην Ελλάδα εδώ και τριάντα δύο χρόνια με την οικογένειά του. Κατάγεται από το Χαλέπι της Συρίας και από την έναρξη της προσφυγικής κρίσης προσφέρει εθελοντικά τις υπηρεσίες του ως διερμηνέας και μεταφραστής στους πρόσφυγες. Μιλά άπταιστα Ελληνικά και Αραβικά. Αποκαλεί την Ελλάδα σπίτι του.
Έχοντας την ευκαιρία να μιλήσει απευθείας μαζί τους γνωρίζει καλύτερα από τον καθένα τα βάσανα και τις προσπάθειες τους να κάνουν μία νέα αρχή. Μία αρχή για χάρη κυρίως των παιδιών τους. Τα παιδιά τους είναι η πρώτη τους έννοια. Η αγωνία περικλείεται στη συνηθισμένη φράση, «χίλιες φορές να πάμε αλλού μήπως βρούμε μέλλον για τα παιδιά μας».
Όταν τα σύνορα των χωρών της Ευρώπης ήταν ανοιχτά η Ελλάδα αποτελούσε απλώς το εφαλτήριο τους προς κάποια Ευρωπαϊκή χώρα. «Τώρα έχουν αλλάξει τα πράγματα. Στην Ευρώπη πήραν εκείνους που έπρεπε να πάρουν». Τώρα όσοι είναι εγκλωβισμένοι στην Ελλάδα πρέπει να λάβουν άσυλο εδώ πριν μπορέσουν να φύγουν. Ωστόσο, η γραφειοκρατία είναι ένα σημαντικό εμπόδιο και ο χρόνος αναμονής για μια απόφαση για τη χορήγηση ή όχι ασύλου μπορεί να είναι έως και δύο χρόνια.
Οι περισσότεροι θέλουν να φύγουν από την Ελλάδα. Σύμφωνα με τον κ. Ομάρ, «οι περισσότεροι από αυτούς, το 99% από αυτούς, δεν θέλουν να μείνουν εδώ». Ο κ. Ομάρ θυμάται τη χώρα του πριν ξεσπάσει ο πόλεμος. Μιλάει για μια πανέμορφη γη που είχε σημειώσει άλματα προόδου τις τελευταίες δεκαετίες. Οι άνθρωποι ζούσαν ελεύθερα χωρίς φόβο και η οικονομική ανεξαρτησία της χώρας τους επέτρεπε να ζουν άνετα. Σύμφωνα με τον ίδιο, αυτό δεν ισχύει πλέον. Γι' αυτό οι ελπίδες τους στηρίζονται στο άσυλο που θα τους επιτρέψει να ξεκινήσουν ξανά τη ζωή τους.